- κοιτασματολογία
- και κοιτολογία, ηγεωλ. κλάδος τής οικονομικής γεωλογίας που ασχολείται με την έρευνα τών μεταλλικών και μη μεταλλικών κοιτασμάτων.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Despotiko — Δεσποτικό Geography Coordinates: 36°58′N 24°59′E / … Wikipedia
-λογία — (AM λογία) β συνθετικό αφηρημένων θηλυκών ονομάτων που σχηματίστηκαν από ονόματα σε λόγος ή από ρ. σε λογώ και ανάγονται στο ρ. λέγω είτε με τη σημασία τού «μιλώ», άρα και τού «ασχολούμαι με κάτι» (πρβλ. αερολογία, ευφυολογία, φιλολογία), είτε με … Dictionary of Greek
κοιτολογία — η βλ. κοιτασματολογία … Dictionary of Greek
ορυκτολογία — Επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη των ορυκτών: εξετάζει όλες τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά τους, από την εξωτερική μορφολογική δομή τους έως τη θέση των ατόμων που τα αποτελούν και τις μεταξύ τους σχέσεις, από τις φυσικές ιδιότητες έως… … Dictionary of Greek
αυτόχθονες σχηματισμοί — Στη γεωλογία χαρακτηρίζονται γενικά έτσι τα στρώματα εκείνα της Γης που έχουν παραμείνει στον τόπο που σχηματίστηκαν, σε αντίθεση με τους αλλόχθονες σχηματισμούς, δηλαδή μάζες στρωμάτων που μετακινήθηκαν σε μεγάλες, πολλές φορές, αποστάσεις (της… … Dictionary of Greek
Βορεάδης, Γεώργιος — (1890 – 1966). Γεωλόγος και ορυκτολόγος. Καθηγητής της κοιτασματολογίας και της εφαρμοσμένης γεωλογίας στο Μετσόβειο Πολυτεχνείο, διετέλεσε επίσης καθηγητής της ορυκτολογίας και της γεωλογίας στην Ανώτατη Γεωπονική Σχολή της Αθήνας (1949 60).… … Dictionary of Greek